«Η ιστορική απόφασις του παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας να αναγνωρίση την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ουκρανίας αποδεικνύει την πιστότητα Υμών εις την αμετακίνητον κανονικήν παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στην ομιλία του, υποδεχόμενος στο Φανάρι, χθες, τον Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόδωρο Β’, ο οποίος προσήλθε με τη συνοδεία του Μητροπολίτη Γουινέας Γεώργιου και του αρχιγραμματέα της περί αυτόν Ιεράς Συνόδου, αρχιμανδρίτη Νικόδημου, για να συμμετάσχει στη Θρονική εορτή της Πρωτόθρονης Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης.
«Η γενναία αύτη πράξις αποτελεί καθοριστικήν συμβολήν εις την υπόθεσιν της ενότητος της Ορθοδοξίας, εφ’ όσον είναι έμπρακτος έκφρασις και επικύρωσις της εκκλησιολογίας της, καθοσιωθείσης υπό Οικουμενικών Συνόδων και εκφρασθείσης εν τη πρακτική αποδόσεως, αποκλειστικώς υπό της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, του αυτοκεφάλου καθεστώτος», επισήμανε ο Παναγιώτατος, ενώπιον Ιεραρχών του Θρόνου, αλλά και της αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, και πρόσθεσε: «Η αμφισβήτησις και αλλοίωσις κεντρικών αρχών της ορθοδόξου Εκκλησιολογίας εν ονόματι εξωεκκλησιαστικών συμφερόντων, «μη φερόντων εις το αγαθόν» διά τον λαόν του Θεού, αλλά υπηρετούντων αλλοτρίους σκοπούς, κλονίζει τα θεμέλια της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, εκκοσμικεύει την ζωήν της και την μετατρέπει εις μίαν συνομοσπονδίαν, όπου κυριαρχεί το επί μέρους εις βάρος του όλου Σώματος, η διάσπασις εις βάρος της αρχεγόνου συνοδικότητος της Εκκλησίας. Πάντα ταύτα απειλούν την λειτουργίαν της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, ως θεανθρωπίνης κοινωνίας, ως προφητικής φωνής εν τω κόσμω και ως μαρτυρίας της Βασιλείας του Θεού «εληλυθυίας εν δυνάμει» (Μαρκ. θ’, 1)».