Ο καρκίνος του μαστού θα μπορεί να ανιχνευτεί έως και πέντε χρόνια πριν την εμφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων, χάρη σε εξέταση αίματος που θα ταυτοποιεί την ανταπόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος του σώματος στις ουσίες που παράγονται από τα καρκινικά κύτταρα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκε στην εθνική διάσκεψη για ζητήματα καρκίνου στην Σκωτία την Κυριακή.
Εντούτοις, επιστήμονες στον τομέα της υγείας σε κάθε περίπτωση αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη τα αποτελέσματα της έρευνας που φαίνεται να φέρνει επανάσταση στο ιατρικό γίγνεσθαι και υπογραμμίζουν πως αυτά πρέπει να αναλυθούν περαιτέρω.
Η μελέτη που διεξήχθη από την ερευνητική ομάδα του πανεπιστημίου του Νότιγχαμ επικεντρώθηκε στις χημικές πρωτεΐνες, γνωστές και ως αντιγόνα, που παράγονται από τα καρκινικά κύτταρα και ενεργοποιούν την ανοσολογική απόκριση του σώματος.
Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τα δείγματα αίματος 90 ατόμων που έπασχαν από καρκίνο του μαστού με εκείνα 90 υγιών ατόμων.
Εν συνεχεία προσπάθησε να εντοπίσει σε αυτά, αντισώματα που έχουν δημιουργηθεί λόγω των αντιγόνων που παράγουν τα καρκινικά κύτταρα.
Οι ερευνητές κατάφεραν να διαπιστώσουν την ύπαρξη καρκίνου του μαστού στο 37% των πασχόντων και τη μη ύπαρξη του στο 79% των υγιών ατόμων.
Σύμφωνα με την Ντανίγια Αλφατάνι, από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, με τη βελτίωση της ακρίβειας της εξέτασης αυτής θα έχουμε τη δυνατότητα να εντοπίσουμε και να διαγνώσουμε την ασθένεια απλά και μόνο με μια εξέταση αίματος.
Στον αντίποδα, πληθώρα επιστημόνων, όπως προαναφέρθηκε υπογραμμίζουν το πρώιμο των ευρημάτων.
«Αν και η συγκεκριμένη μελέτη είναι ενθαρρυντική, είναι πολύ νωρίς για να ισχυριστούμε ότι αυτή η εξέταση αίματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον πρώιμο εντοπισμό του καρκίνου του μαστού.», δήλωσε ο Πολ Φαρόα από το πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ επισημαίνοντας την αναγκαιότητα διεξαγωγής περαιτέρω μελετών στα ευρήματα.
Σημειώνεται πως η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ επιχειρεί να επιβεβαιώσει τα παρόντα αποτελέσματα σε μεγαλύτερη κλίμακα χρησιμοποιώντας ως δείγμα 800 άτομα.
Κατά τους υπολογισμούς η εξέταση θα είναι διαθέσιμη σε περίπου τέσσερα με πέντε χρόνια από τώρα ενώ θα αξίζει να σημειωθεί πως επιστήμονες επιχειρούν να δημιουργήσουν αντίστοιχες εξετάσεις διάγνωσης και για άλλες μορφές καρκίνου, όπως για τον πνεύμονα, το έντερο, το συκώτι και το πάγκρεας.
ΠΗΓΗ: GUARDIAN